Διάσωση πρώτης κατοικίας στο 65% της εμπορικής της αξίας



ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Αριθμός        /2011
 
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Με την κρινόμενη αίτηση, η αιτούσα η οποία δεν έχει την εμπορική ιδιότητα, ζητεί λόγω μόνιμης αδυναμίας εξόφλησης των ληξιπροθέσμων οφειλών της, να ενταχθεί σας ευνοϊκές ρυθμίσεις του Ν. 3869/2010 για ρύθμιση και απαλλαγή οφειλών από απαιτήσεις που διατηρούν σε βάρος της οι καθ' ων, περιλαμβάνοντας στην αίτησή της κατάσταση της περιουσιακής της κατάστασης, κατάσταση των πιστωτών και των απαιτήσεών τους και σχέδιο διευθέτησης οφειλών.
Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η κρινόμενη αίτηση εισάγεται παραδεκτώς για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού της περιφέρειας της κατοικίας της αιτούσας, κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρο 3 του Ν. 3869/2010). Για το παραδεκτό της προσκομίζεται νομίμως η προβλεπόμενη από το άρθρο 2 παρ. 2 του Ν. 3869/2010 βεβαίωση περί αποτυχίας του εξωδικαστικού συμβιβασμού και υπεύθυνη δήλωση της αιτούσας για την ορθότητα και (πληρότητα των καταστάσεων α.- της περιουσίας της και των εισοδημάτων της και β.- των πιστωτών της και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, καθώς και για τις μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων της κατά την τελευταία τριετία. Περαιτέρω από την αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία, δεν προέκυψε ότι εκκρεμεί άλλη σχετική αίτηση της αιτούσας, ούτε ότι έχει εκδοθεί προγενεστέρως απόφαση για την διευθέτηση των οφειλών της με απαλλαγή της από υπόλοιπα χρεών (άρθρο 13 παρ. 2 του Ν. 3869/2010). Η αίτηση, στην οποία περιλαμβάνονται και τα στοιχεία του άρθρου 4 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, είναι ορισμένη και νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 8, 9 και 11 του ίδιου Νόμου και πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Η πρώτη των καθ' ων πρότεινε την ένσταση μη νομίμου επιδόσεως των περιεχομένων στο άρθρο 5 του Ν. 3869/2010 εγγράφων και ειδικότερα της κατάστασης υπάρχουσας περιουσίας και εισοδημάτων και σχεδίου διευθέτησης. Ο ισχυρισμός αυτός είναι νόμιμος στηριζόμενος στις διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 1 του ως άνω Νόμου και πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω.
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 5 του Ν. 3869/2010, με την επιμέλεια του οφειλέτη γίνονται οι προβλεπόμενες από το άρθρο αυτό επιδόσεις προς τους πιστωτές, προκειμένου αυτοί να ενημερωθούν και να συμμετάσχουν ενεργά στη διαδικασία, με την επίδοση αντιγράφου της αιτήσεως με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση, ώστε οι πιστωτές με την κλήτευσή τους αυτή να αποκτούν την ιδιότητα του διαδίκου (άρθρο 748 παρ. 3 ΚΠολΔ, βλ. Εφ Δωδ 61/2006, ΝΟΜΟΣ) και να μην απαιτείται ν' ασκήσουν παρέμβαση για να παραστούν στη δίκη και με την επίδοση της κατάστασης της υπάρχουσας περιουσίας και εισοδημάτων και του σχεδίου διευθέτησης των οφειλών. Πλην όμως εξ ορισμού τα ως άνω στοιχεία περιέχονται στο δικόγραφο της αιτήσεως του άρθρου 4 του Ν. 3869/2010 αφενός και αφετέρου τα σχετικά έγγραφα βρίσκονται στον φάκελο του οφειλέτη που τηρείται από το Δικαστήριο (άρθρο 4 παρ. 4 και 5 του Ν. 3869/2010), οπότε υπάρχει πρόσβαση και κατά συνέπεια γνώση των πιστωτών. Κατά συνέπεια πρέπει ν' απορριφθεί η σχετική ένσταση ως αβάσιμη.
Από την ανωμοτί εξέταση της αιτούσας στο ακροατήριο, τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα και την εν γένει διαδικασία, αποδείχθηκαν τα εξής:
Η αιτούσα στερείται της πτωχευτικής ικανότητας, αφού δεν έχει εμπορική ιδιότητα και έχει περιέλθει χωρίς δική της υπαιτιότητα, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπροθέσμων οφειλών της, λόγω υπερχρέωσης. Έχει στην κυριότητά της κατά ποσοστό 100% ένα ισόγειο διαμέρισμα, εμβαδού 100 μ.τ., έτους κατασκευής 1953 επί οικοπέδου 264 μ.τ., που βρίσκεται στο Δήμο ***Νομού Αττικής, επί της οδού *** αρ. ***. Είναι οικοκυρά, ηλικίας 70 ετών και μετά τον επισυμβάντα θάνατο του συζύγου της στις 3-12-2009, λαμβάνει σύνταξη χηρείας από το Δημόσιο, ύψους 1654,07 ευρώ μηνιαίως, μέρισμα από τον Ειδικό Κλάδο Οικονομικής ενίσχυσης Μερισματούχων του Μετοχικού Ταμείου Στρατού ύψους 185,50 ευρώ μηνιαίως και μέρισμα από το Μετοχικό Ταμείο Στρατού ύψους 162 ευρώ μηνιαίως, πλέον 775 ευρώ ετησίως ως δώρο εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και επίδομα αδείας. Συνολικώς δε σε μηνιαία βάση το εισόδημά της ανέρχεται στο ποσό των (2.066) ευρώ, στερούμενη άλλων εισοδημάτων, μη υφισταμένων καταθέσεων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές της ανέρχονται, σύμφωνα με τις σχετικές βεβαιώσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων στο συνολικό ποσό των (168.569,04) ευρώ […]
Πράγματι σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 του Ν. 3869, 2010, για την υπαγωγή στο Νόμο φυσικών προσώπων προϋπόθεση είναι, μεταξύ των άλλων, και η έλλειψη δόλου. Η μη  δολιότητα καταλαμβάνει εξ ορισμού όχι μόνο την αδυναμία πληρωμής αυτή καθεαυτή, αλλά και την ανάληψη του εγχειρήματος της λήψης δανείων, εάν προδήλως ήταν αδύνατη η αποπληρωμή του. Σύμφωνα όμως με τα κρατούντα στις συναλλαγές, ο δανειολήπτης που ζητεί τη λήψη δανείου, δεν έχει την δυνατότητα να υποχρεώσει τον πιστωτή να αποδεχθεί το αίτημά του. Ιδιαίτερα δε, όταν αφορά πιστωτικά ιδρύματα, αυτά έχουν επιπλέον τη δυνατότητα, εκτός από την έρευνα των οικονομικών στοιχείων του αιτουμένου το δάνειο, μέσω εκκαθαριστικού σημειώματος ή βεβαίωσης αποδοχών, να διαπιστώσουν και τις τυχόν δανειακές του υποχρεώσεις σε άλλα πιστωτικά ιδρύματα και την εν γένει οικονομική του συμπεριφορά (ύπαρξη ακάλυπτων επιταγών, κατασχέσεων κ.α) μέσω του συστήματος «Τειρεσίας» (σύστημα οικονομικής συμπεριφοράς και σύστημα συγκέντρωσης κινδύνων). Αν επομένως το πιστωτικό ίδρυμα αγνόησει τις καταχωρήσεις και εν γένει τα στοιχεία που καθιστούν τον αιτούντα αφερέγγυο ως προς την εξασφάλιση αποπληρωμής ενός δανείου και το χορηγήσει, φέρει ευθύνη για την επισφάλεια αυτή (βλ.΄ και Δ. Μακρή, κατ' άρθρο ερμηνεία του ν, 3869/2010, παρ. 18,19). Τα ίδια ασφαλώς ισχύουν και για την χορήγηση πιστωτικής κάρτας.
Κατά συνέπεια δεν νοείται δολιότητα του δανειολήπτη, ο οποίος στη συνέχεια αδυνατεί να αποπληρώσει. Δολιότητα στην περίπτωση αυτή θα μπορούσε να νοηθεί, μόνον αν ο δανειολήπτης εξαπάτησε τους υπαλλήλους του πιστωτικού ιδρύματος, προσκομίζοντας πλαστά στοιχεία ή αποκρύπτοντας υποχρεώσεις του που δεν έχουν καταχωρηθεί στις βάσεις δεδομένων που αξιοποιούν οι Τράπεζες για την οικονομική συμπεριφορά των υποψηφίων πελατών τους.
Στην προκειμένη περίπτωση αποδείχθηκε ότι τα χρέη της αιτούσας προέρχονται από πιστωτικές κάρτες και καταναλωτικά δάνεια, σε ορισμένα δε έχει συμβληθεί ως εγγυήτρια συμβάσεων του συζύγου της, τα εισοδήματά της δε μέχρι τις 3-12-09, οπότε απεβίωσε ο σύζυγος της ήταν τουλάχιστον 30% υψηλότερα, αφού ως χήρα η σύνταξη που λαμβάνει έκτοτε ανέρχεται στα 7/10 της συντάξεως του συζύγου της. Επιπλέον τα σοβαρά προβλήματα υγείας της ίδιας αλλά και του συζύγου της, ο θάνατος αυτού καθώς και η μείωση των εισοδημάτων της (μειωμένη σύνταξη), οδήγησαν την αιτούσα σε αδυναμία να ανταποκριθεί στην πληρωμή των χρεών της, να επιβαρύνονται τα χρέη με τόκους και έξοδα και στη συνέχεια να καταστούν ληξιπρόθεσμα. Πρέπει δε να ληφθεί υπόψη ότι οι πιστωτικές κάρτες και τα καταναλωτικά δάνεια έχουν ιδιαίτερα υψηλό επιτόκιο (17-18%). Κατά συνέπεια, αφού δεν αποδείχθηκε δόλια αδυναμία πληρωμής της αιτούσας, πρέπει ν' απορριφθεί η προβληθείσα από τις καθ΄ ων ένσταση, ως ουσιαστικώς αβάσιμη.
Επειδή η αιτούσα αδυνατεί ανυπαίτια να εξυπηρετήσει τις ανωτέρω οφειλές της, το προτεινόμενο δε απ' αυτήν σχέδιο οφειλών, έγινε μεν δεκτό από τις πιστώτριες Τράπεζες ***, ***, *** και ***, απορρίφθηκε όμως από τις Τράπεζες *** και ***, οι απαιτήσεις των οποίων ξεπερνούν το ήμισυ του συνολικού ποσού των εις βάρος της απαιτήσεων, πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση ως και κατ' ουσίαν βάσιμη και να εξυπηρετηθούν τα χρέη αυτά με καταβολή εκ μέρους της αιτούσας συνολικώς του ποσού των (1.000) ευρώ μηνιαίως, τα οποία μπορεί να καταβάλει σύμφωνα με τα εισοδήματά της και τις βιοτικές της ανάγκες, λαμβανομένου υπόψη και του προκεχωρημένου της ηλικίας της (70 ετών) σύμφωνα με το άρθρο 8 του Ν. 3869/2010, και να ορισθεί ποσό μηνιαίων δόσεων ανάλογο με τα ανωτέρω για χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών, ώστε εν συνεχεία να απαλλαγεί των υπολοίπων.[…]
Το διαμέρισμα της αιτούσας που αποτελεί και την κύρια κατοικία της, πρέπει να εξαιρεθεί από την ρευστοποίηση, συντρεχουσών των προϋποθέσεων του άρθρου 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, εφόσον η εμπορική αξία της ανέρχεται, κατά τον χρόνο συζητήσεως της αιτήσεως, στο ποσό των (120.000) ευρώ κι επομένως δεν υπερβαίνει το αφορολόγητο όριο απόκτησης πρώτης κατοικίας προσαυξημένο κατά 50%, δεκτού, γενομένου του σχετικού αιτήματος. Εκτιμάται δε ότι ένα μέρος των οφειλών της αιτούσας, θα καλυφθεί από τις μηνιαίες καταβολές της προς τους πιστωτές της επί τετραετία και ειδικότερα το ποσό των (48.000) ευρώ, επί συνόλου οφειλών (168.569) ευρώ. Η ικανοποίηση των υπολοίπων απαιτήσεων των πιστωτών της, εκ (120.569) ευρώ, δια περαιτέρω καταβολών προς διάσωση της κύριας κατοικίας της, που σύμφωνα με το νόμο μπορεί ν' ανέλθει μέχρι το 85% της εμπορικής αξίας του ακινήτου, δηλαδή μέχρι (102.000) ευρώ, πρέπει να ορισθεί στο 65%, δηλαδή στο ποσό των (78.000) ευρώ, λαμβανομένων υπόψη του προκεχωρημένου της ηλικίας της αιτούσας, της σημερινής οικονομικής της κατάστασης κατ της μη προοπτικής βελτίωσης της. Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το νόμο εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος κατά τον τελευταίο μήνα για τον οποίο θα υφίσταται μέτρηση κατά τον χρόνο της καταβολής, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ο χρόνος δε τοκοχρεωλυτικής εξόφλησης του ποσού αυτού, αφού ληφθούν υπόψη η διάρκεια των χορηγηθέντων στην αιτούσα δανείων, η διάρκεια χρήσης των πιστωτικών καρτών και η ηλικία της αιτούσας, πρέπει να ορισθεί σε έξι έτη. Το ποσό που θα καταβάλλει η αιτούσα, στα πλαίσια αυτής της ρυθμίσεως, θα ανέρχεται στο ποσό των (1.083) ευρώ μηνιαίως (συνολικό καταβλητέο για την αιτία αυτή ποσό δια των μηνών κατά τους οποίους θα διαρκέσει η συγκεκριμένη ρύθμιση, δηλαδή 78.000 ευρώ: 72 μήνες -1.083 ευρώ), θα κατανέμεται συμμέτρως στους πιστωτές της, οι δε μηνιαίες δόσεις θα αρχίσουν να καταβάλλονται στην αρχή του μηνός Ιουλίου του έτους 2015, δηλαδή μετά την παρέλευση τεσσάρων ετών από τη δημοσίευση της παρούσας, καθόσον κρίνεται ότι στην αιτούσα πρέπει να παρασχεθεί και περίοδος χάριτος διαρκείας τεσσάρων ετών.
[Δέχεται την αίτηση.]